- Καρύστια
- Καρύστιοςneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Καρυστία — Καρυστίᾱ , Καρύστιος fem nom/voc/acc dual Καρυστίᾱ , Καρύστιος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καρυστίᾳ — Καρυστίᾱͅ , Καρύστιος fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καρυστίας — Καρυστίᾱς , Καρύστιος fem acc pl Καρυστίᾱς , Καρύστιος fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καρυστίαν — Καρυστίᾱν , Καρύστιος fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ζάραξ — I Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Λακωνίας. Βρισκόταν στις βόρειες ακτές της περιοχής, προς τον Αργολικό κόλπο. Σύμφωνα με τον Παυσανία, χτίστηκε από τον ήρωα Ζάρακα ή Ζάρηκα, φίλο του θεού Απόλλωνα, προς τιμήν του οποίου οι Αθηναίοι… … Dictionary of Greek
Μαυρογένους, Μαντώ — (Τεργέστη 1796/7 – Πάρος 1840). Αγωνίστρια του 1821. Όταν ξέσπασε η επανάσταση έσπευσε στη Μύκονο, στην ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας της, και ξεσήκωσε τους κατοίκους του νησιού κατά των Τούρκων. Εξόπλισε πλοία με δικά της έξοδα και καταδίωξε… … Dictionary of Greek